εκφορτωτής

εκφορτωτής
ο
εργάτης που έχει ως επάγγελμα την εκφόρτωση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • εκφορτωτής — ο εργάτης για το ξεφόρτωμα, ο φορτοεκφορτωτής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”